Γράφει ο Γιώργος Γιαννούσης
Οικονομολόγος – Πρόεδρος Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού
Ο βραβευμένος από την «Unesco» για την προσφορά του στην τέχνη, Έλληνας λαϊκός ζωγράφος Νώντας Ρεντζής, παρουσίασε πριν ένα μήνα, το νέο του έργο με τίτλο: «Η σφαγή του Άργους από τους Γάλλους». Ο ζωγράφος εμπνεύστηκε τη σύνθεση από το άρθρο του Γ. Γιαννούση, Προέδρου της Αργολικής Αρχειακής Βιβλιοθήκης Ιστορίας και Πολιτισμού. Το έργο παρουσιάστηκε μαζί με άλλα έργα του καλλιτέχνη στο μουσείο Εθνικής Αντίστασης του Δήμου Ηλιούπολης Αττικής, στην αίθουσα που είναι αφιερωμένη στα έργα του.

Το συνοδεύει δε με το παρακάτω κείμενο:
«Η Σφαγή του Άργους από τους Γάλλους»
Στις 4 Ιανουαρίου του 1833, λίγες μέρες προτού έρθει ο Όθωνας στη χώρα μας, Γάλλοι στρατιώτες, με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Στοφέλ, διέπραξαν μια μοναδικής αγριότητας σφαγή στην πόλη του Άργους.
Περισσότεροι από 250 πολίτες σκοτώνονται μέσα σε 4 ώρες.
Τα αίτια της τραγωδίας αυτής, πρέπει να αναζητηθούν στις δράσεις των αλληλοσπαρασσόμενων πολιτικών κομμάτων (φατριών) μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, που είχαν μετατρέψει την Πελοπόννησο σε πεδίο εμφύλιων συγκρούσεων. Κυριαρχούσε, με τη βοήθεια του γαλλικού στρατού, το Γαλλικό κόμμα του Κωλέττη, το οποίο εμφάνιζε τον Θ. Κολοκοτρώνη και τους οπλαρχηγούς συντρόφους του ως στασιαστές, επικίνδυνους για τον αναμενόμενο νεαρό βασιλιά και την αντιβασιλεία.
Ο Κωλέττης έπεισε τους Γάλλους ότι το Άργος ήταν το άντρο των συνωμοτών κι ότι «… εξύφαινον συνομωσίαν κατά του γαλλικού στρατού εν Άργει…». Έτσι έστειλαν στο Άργος 750 Γάλλους στρατιώτες (4 λόχοι) και επί πλέον 5 λόχους με Κορσικανούς στρατιώτες, με επικεφαλής τον Συνταγματάρχη Στοφέλ. Οι Γάλλοι πίστευαν ότι οι οπλαρχηγοί, Τσώκρης, Κριεζώτης και Στράτος, που ήταν στο Άργος «…εξύφαινον κατ’ αυτών συνωμοσίαν…» και η συμπεριφορά τους έγινε σκληρή και βίαιη στους Αργείους. «…Μια σπινθήρ απητείτο δια την έκριξιν και πυρκαΐαν…».
Οι αφορμές που οδήγησαν στη μεγάλη σφαγή του Άργους ήταν δύο.
1) Η άρνηση του Υπολοχαγού Σπ. Καλοσγούρου, φίλου του αρχηγού του ιππικού Δημ. Καλλέργη, ο οποίος επειδή έλειπε, είχε εμπιστευθεί στον Σπ. Καλοσγούρο τη φύλαξη του σπιτιού του και της οικογένειάς του. Από τον τελευταίο ζητήθηκε να παραδώσει την οικία του Καλλέργη στους Γάλλους και όταν αυτός αρνήθηκε, δόθηκε η εντολή από τον Στοφέλ της κατάληψης δια της βίας της οικίας. Η αντίσταση του Καλοσγούρου, η σύλληψη και η καταδίκη του σε θάνατο και η άμεση εκτέλεσή του δια τουφεκισμού, μαζί με τη σύλληψη ως ομήρου του μικρού γιου του Θ. Κολοκοτρώνη του Κολλίνου που εφιλοξενείτο στο σπίτι του Καλλέργη, αναστάτωσαν τους πολίτες του Άργους που πίστεψαν ότι οι Γάλλοι κατέλαβαν την πόλη ως κατακτητές και δυνάστες.
2) Οι άτακτοι στρατιώτες, οι περισσότεροι Ρουμελιώτες μισθοφόροι υπό τον Κριεζώτη, τον Στράτο αλλά και οι οπαδοί του Θ. Γρίβα, προκαλούσαν απροκάλυπτα τους Γάλλους στρατιώτες. Ένας από αυτούς, σε μια ταβέρνα, στην αγορά του Άργους, τα έπινε με την παρέα του και μεθυσμένος καυγάδισε με έναν Γάλλο στρατιώτη από την Κορσική, που βρισκόταν μαζί με άλλους Γάλλους στρατιώτες. Ήρθαν στα χέρια οι δυο παρέες και ο Έλληνας μεθυσμένος πυροβόλησε ανεπιτυχώς τον Γάλλο. Η ταβέρνα ήταν πολύ κοντά στον στρατώνα των Γάλλων και οι Γάλλοι στρατιώτες κατέφυγαν κυνηγημένοι εκεί και ζήτησαν τη βοήθεια των δικών τους. Τότε έγινε μια τρομερή και θανατηφόρα παρεξήγηση. Άρχισε να χτυπά η μεγάλη καμπάνα του Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Την χτυπούσαν για να καλέσουν τους Αργείτες σε συνέλευση, για την εκλογή επιτροπής υποδοχής του βασιλιά Όθωνα.
Οι Γάλλοι δεν το ήξεραν αυτό. Πίστεψαν ότι στασιαστές καλούν το λαό σε εξέγερση εναντίον τους κι έδωσαν τη διαταγή να επιτεθούν αδιακρίτως μέσα στην πόλη του Άργους. Ο Τσώκρης κρύφτηκε, ο Κριεζώτης, ο Στράτος και οι άτακτοι στρατιώτες τους, σκόρπισαν στα γύρω χωριά του Άργους και τα ρήμαξαν στο πλιάτσικο. Τελικά όλοι αυτοί κατάφεραν να διαφύγουν και να σωθούν χωρίς απώλειες. Όχι όμως και ο άμαχος πληθυσμός του Άργους, που άοπλος κι αθώος τον κατέσφαξαν οι Γάλλοι στρατιώτες, που αδιακρίτως εφόνευσαν άνδρες, γυναίκες, γέρους και παιδιά.
Η σφαγή κράτησε τέσσερες ώρες και σταμάτησε όταν ο επίσκοπος Άργους Άνθιμος, μπόρεσε να εξηγήσει στον Συνταγματάρχη Στοφέλ «…την αθωότητα της σφαζώμενης πόλεως, τον σκοπόν της παρανοηθήσης κωδωνοκρουσίας και τας θηριωδίας των Γάλλων στρατιωτών κι επικαλέσθη τη δικαιοσύνη και την φιλανθρωπίαν του».
Οι νεκροί ήταν 250-300 και θάφτηκαν σε δύο ομαδικούς τάφους, χωρίς κηδεία, χωρίς ένα σταυρό στους τάφους και χωρίς τους συγγενείς τους για τον «τελευταίο ασπασμό», γιατί οι Γάλλοι φοβήθηκαν και το απαγόρευσαν.
Το Άργος θρήνησε και μοιρολόγησε τα αδικοχαμένα παιδιά του, που πήγαν άκλαυτα κι αλειτούργητα στον άλλο κόσμο.
Νάσουν ν’ ακούσεις κλάματα
κι’ αντρίκια μοιρολόγια.
Η έκθεση και το συνολικό έργο του Νώντα Ρεντζή
Η παρουσίαση του έργου έγινε με ομιλητές που εκθείασαν τον ζωγράφο με πρώτο τον πρώην Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο, τον Δήμαρχο της πόλης, εκπροσώπων της τέχνης και των γραμμάτων και πλήθος κόσμου. Ιδιαίτερα για τον πίνακα «Η σφαγή του Άργους από τους Γάλλους», οι περισσότεροι παρατήρησαν πως δεν γνώριζαν το ιστορικό γεγονός και το άκουγαν για πρώτη φορά.
Ο Νώντας Ρεντζής εξήγησε πως για πρώτη φορά απεικονίζεται το τραγικό αυτό γεγονός, καθώς δεν μπόρεσε να βρει, παρ’ όλη την έρευνα που έκανε, καμία άλλη λιθογραφία ή ζωγραφιά που να το απεικονίζει. Συνέχισε δε με τη διαπίστωση πως το γεγονός αυτό «έπρεπε να ξεχαστεί» από τους τότε εμπλεκόμενους, αλλά και από πολλούς σύγχρονους ιστορικούς ερευνητές, μιας και οι μελανές σελίδες της Ιστορίας μας αποτελούν επικίνδυνο σκόπελο.
Νώντας Ρεντζής
Ο Νώντας Ρεντζής γεννήθηκε το 1939 στον Δρυμώνα Τριχωνίδας και, όπως ο ίδιος λέει, «έζησε τα παιδικά του χρόνια μέσα στη δίνη της κοινής τραγικής μοίρας». Τελείωσε το Γυμνάσιο στο Μεσολόγγι, σπούδασε στην Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε στην Ηλιούπολη Αττικής.
Έλαβε μέρος στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες της γενιάς του. Το μεγαλείο της Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού 1940-1944 το περιγράφουν οι πίνακές του που κοσμούν πολλά μουσεία της χώρας μας. Όπως του αρέσει να λέει, «τα τελευταία χρόνια ζωγραφίζω σε μια προσπάθεια εξομολόγησης εκ βαθέων, έκφρασης και επικοινωνίας».
Έχει πραγματοποιήσει 31 ατομικές εκθέσεις και έλαβε μέρος σε περισσότερες από 400 ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έργα του βρίσκονται σε Μουσεία και Δημόσιες πινακοθήκες, εντός και εκτός Ελλάδος όπως και σε ιδιωτικές συλλογές.
Ο λαϊκός ζωγράφος Νώντας Ρεντζής θεωρείται «φαινόμενο» για πάρα πολλούς ειδικούς της τέχνης, που τον αποκάλεσαν «νέο Θεόφιλο» της Ελληνικής λαϊκής ζωγραφικής. Ξεκίνησε να ζωγραφίζει για πρώτη φορά όταν συνταξιοδοτήθηκε από οδοντίατρος μετά τα 70 του χρόνια, χωρίς καμία σπουδή στην ζωγραφική και ανακάλυψε ένα ιδιαίτερο δικό του τρόπο έκφρασης και στα θέματα, και στο σχέδιο και στα χρώματα, με τους πίνακες του.
Διασώζει με τους πίνακες του τα παλιά και ξεχασμένα λαϊκά επαγγέλματα. Ο αγγειοπλάστης, η υφάντρα, ο καλαθάς, η μοδίστρα, καστανάς, γανωματής, ο τροχιστής, ο πεταλωτής, ο σαμαράς, ο παγωτατζής, ο μανάβης, ο καρεκλάς, η πλύστρα, η φουρνάρισσα, οι γεωργοί, οι κυνηγοί, οι ξυλοκόποι, οι βαρελάδες, οι ψαράδες, κ.ά.
Τα έργα του σε ταξιδεύουν στον χρόνο και ζωντανεύουν ξεχασμένες μνήμες στους παλιούς, τους δε νεότερους φέρνουν σε επαφή με το πρόσφατο παρελθόν που μόνο μέσα από διηγήσεις των γέροντων, ίσως κάτι να γνωρίζουν γι’ αυτά. Στο μουσείο της Ιερής πόλης του Μεσολογγίου του έχει εκθέσει έργα του που έχουν ως θέμα τους την επανάσταση του 1821.
Ο Δήμος του Ναυπλίου μαζί με τον Προοδευτικό Σύλλογο «Παλαμήδης» το 2021, με αφορμή τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821, εκτύπωσε 12 έργα του με θέματα τους αγώνες των Ελλήνων και έκανε ένα υπέροχο συλλεκτικό ημερολόγιο, με μοναδική ομορφιά και αισθητική. Το πολεμικό μουσείο επίσης φιλοξένησε τα έργα του με θέματα από την μικρασιατική καταστροφή και τον πόλεμο του 1940.
Συμπερασματικά, ο Νώντας Ρεντζής είναι ο σύγχρονος φύλακας της συλλογικής και ιστορικής μας μνήμης.