Φωτογραφία: Ξυλίκι, Δραπετσώνα, 1946. Πηγή: Φωτογραφικό λεύκωμα «Τα παιδιά. 1946-1961», Ηνωμένοι Φωτορεπόρτερ, Συλλογή Ν.Ε.Τόλη, εκδ. Ποταμός, 2001.
Ψάχνοντας για την καλή είδηση της περιόδου, παρά τις μαύρες μέρες της νέας καταστροφής για τη χώρα, μαθαίνουμε για την έκδοση ενός βιβλίου που οι σελίδες του γεμίζουν με τη χαρά της ζωής και την καλλιέργεια της κοινωνικής και παιδευτικής ζωής της παιδικής ηλικίας. Η έκδοση έχει μια διπλή σημασία και αξία. Από τη μια συμπίπτει με την αρχή της σχολικής χρονιάς όπου η γνώση θα πρέπει να συμβαδίζει με την έννοια της χαράς και του παιχνιδιού. Από την άλλη μας θυμίζει πως σε άλλες, όχι τόσο μακρινές, δύσκολες εποχές το παιχνίδι αποτελούσε για μικρούς και μεγάλους μια πηγή ψυχικής ενέργειας που βοηθούσε και βοηθάει στην αντιμετώπιση των αντίξοων συνθηκών της ζωής… άλλοτε, τώρα και στο μέλλον.
Ο λόγος για το νέο βιβλίο των Γιάννη Μ. Σπετσιώτη – Τζένης Δ. Ντεστάκου με τίτλο “Πάμε για π(ί)-λ-ζες; 35 και 1 παραδοσιακά παιχνίδια της Ερμιόνης”. Στις σελίδες του δεν περιγράφονται απλά τα παιχνίδια, αλλά οι συγγραφείς φρόντισαν να έχουν και μαρτυρίες εποχής για τα παιχνίδια αυτά. Στις ίδιες σελίδες επίσης ο αναγνώστης θα δει να βγαίνουν από τις γραμμές του παιχνιδιού οι παραλλαγές των δικών του βιωμάτων. Γιατί, το «μπιζ», η «σφεντόνα», το «πίτσι» (ξυλίκι το λέγαμε εμείς) και αρκετά άλλα παιχνίδια, τα συναντά κανείς παντού στην Ελλάδα με κάποιες παραλλαγές.
Κάποιο απόβραδο, στο σπίτι της γιαγιάς μου , μπροστά σ’ ένα παλιό κουτίμε μικροπαίχνιδα, ανακάλυψα στα πέντε μου κι απόρησα που κι ο σεβαστός κύριος πατέρας μου, ο αυστηρός και λιγομίλητος, πριν γίνει μπαμπάς ήταν – άκου να δεις! – παιδί κι αυτός.
Με την μαρτυρία αυτή αρχίζει η καταγραφή της «Πρωτολιάς», ενός παιχνιδιού όπου τα παιδιά πηδάνε πάνω από ένα άλλο χωρίς να τον ακουμπήσουν για να μην χάσουν και καθίσουν εκείνα σκυμμένα. Παιχνίδι με το οποίο περάσαμε ώρες ατέλειωτες, με γέλια και χαρά, για να αρχίσουμε την επόμενη με κάποιο άλλο παιχνίδι. Όλα αυτά καταγράφονται από τους δυο συγγραφείς συνεχίζοντας μια συγγραφική πορεία πλούσια για την τοπική αλλά και την εθνική ιστορία και λαογραφία.
Οι δυο συγγραφείς δεν χρειάζονται ιδιαίτερη παρουσίαση. Εκτός από το σημαντικό ερευνητικό-διασωστικό έργο τους για την τοπική ιστορία, στηρίζουν τρία θαυμαστά εγχειρήματα που κάνουν γνωστή την Ερμιονίδα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τον «Ερμιονικό Σύνδεσμο», έναν από τους πιο παραγωγικούς Συλλόγους ο οποίος δεν λειτουργεί απλά ως σημείο αναφοράς μιας κάποιας τοπικότητας, αλλά κυρίως ως πραγματικός και συμβολικός τόπος διατήρησης μιας ιδιαίτερης ταυτότητας από ιστορική και ανθρωπολογική άποψη.
Το «Μουσείο Παιχνιδιού Ερμιόνης» το οποίο, από τον Αύγουστο 2013, συγκαταλέγεται στα περίπου δέκα (10) οργανωμένα παιδικά μουσεία σε ολόκληρη τη χώρα και στέκεται άξια δίπλα στις καλύτερες συλλογές παιδικής κοινωνικής ζωής.
Το περιοδικό «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα» που παρουσιάζει σειρά ιστορικών και λαογραφικών στοιχείων για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της περιοχής, καθώς και αφιερώματα σε πρόσωπα που έχουν προσφέρει στον τόπο τους. Ψυχή του περιοδικού, όπως ήδη έχω σημειώσει πολλές φορές, είναι η Παρασκευή (Βιβή) Σκούρτη μέλος και η ίδια του Ερμιονικού Συνδέσμου.
Η νέα έκδοση των Γ.Μ.Σπετσιώτη και Ντ.Δ.Ντεστάκου, προστίθεται επομένως στην μεγάλη δημιουργική πορεία των ανθρώπων του Ερμιονικού Συνδέσμου και ενισχύει τις γνώσεις μας για την Ερμιόνη και γενικότερα για το παιδικό παιχνίδι μιας και πολλές παραλλαγές των παιχνιδιών αυτών, όπως σημείωσα παραπάνω, υπάρχουν σε άλλα μέρη και, κυρίως, υπάρχουν και επιβιώνουν μέσα στην καρδιά μας.
Δεκάδες είναι οι καταγραφές και οι μαρτυρίες που έχουν ήδη συγκεντρωθεί για τα παιδικά παιχνίδια. Από την άποψη αυτή το νέο βιβλίο των Γιάννη Μ. Σπετσιώτη – Τζένης Δ. Ντεστάκου, συμβάλει στην καλύτερη γνωριμία με το παιδικό παιχνίδι και κυρίως αναδεικνύει τους τρόπους με τους οποίους ένα παιχνίδι καλλιεργεί τη φαντασία του παιδιού, δημιουργώντας ταυτόχρονα τέχνη και ευρηματικούς τρόπους διατήρησης των έργων της.
Πολλές τέτοιες σκηνές που δημιουργούν από το παιδικό παιχνίδι ένα άλλο βαθύτερο παιχνίδι ανάμεσα στη φαντασία και την εφευρετικότητα, περιγράφονται στο όμορφο βιβλίο με τα 35+1 παραδοσιακά παιχνίδια της Ερμιόνης. Ένα, ίσως το πιο παραδοσιακό της ερμιονίτικης παράδοσης, είναι η κατασκευή «τσίγκινων καραβιών» ή γενικότερα καραβάκια από διάφορα υλικά. Το καραβάκι έπρεπε να ταξιδέψει φορτωμένο με τις παιδικές ευαισθησίες και να ταξιδέψει ταυτόχρονα την παιδική φαντασία σε μέρη μακρινά, ονειρεμένα αλλά και επικίνδυνα, με θηρία, φαντάσματα και μυστήριες δυνάμεις που σε καλούσαν να παλέψεις μαζί τους για να επιβιώσεις. Με τα στοιχειά της θάλασσας εξάλλου μάθαιναν τα παιδιά πως πάλευαν οι γονείς τους για να μπορέσουν αυτά να μεγαλώσουν σε πιο ήρεμα νερά.
Καλοτάξιδο λοιπόν! Αναζητήστε το!
Γ. Κόνδης