Τι θα μπορούσε να εννοεί … ο ποιητήςαυτο-συστηνόμενος ένα πρωί στο κοινό; Με τη γνωστή φράση ο αναγνώστης ίσως να καλωσόριζε τη νέα ποιητική συλλογή του Ανδρέα Τσιάκου.Μια ποιητική συλλογή η οποία, πρέπει να πω από την αρχή του σημειώματός μου, είναι γεμάτη νεωτερισμούς και συστάσεις. Επομένως, ο ποιητής μάλλον εννοεί μια παρουσίαση των νέων σκέψεων που κάνει πάνω στα θέματα που τον απασχολούν και το κάνει με τρόπο ευρηματικό, συγκινητικό και σίγουρα στοχαστικό. Ο Ανδρέας Τσιάκος δεν μπορεί βέβαια να συστηθεί για πρώτη φορά, καθώς η ποιητική του συλλογή είναι το έκτο έργο που παρουσιάζει και αποτελεί μια τομή που μάλλον έχει να κάνει με μια πορεία φυσιολογικής ποιητικής ωριμότητας.
Νεανική στη σκέψη και τη γραφή, η ποιητική του πορεία διαπερνά μια θεματολογία που χαρακτηρίζεται από την κοινωνική του στράτευση και την αναζήτηση προσανατολισμών. Η βιωματική αντίληψη των σχέσεων και των πραγμάτων, των σκέψεων και των λόγων, είναι παρούσα σε κάθε στροφή αλλά με μια χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα που παραπέμπει στις εσωτερικές του αναζητήσεις, σε έναν προσωπικό μοναχισμό, σε έναν νεανικό ησυχασμό: παντού η «ομιλούσα» σιωπή!
Η νέα ποιητική συλλογή απλώνεται σε τέσσερις θεματικές πράξεις στις οποίες κυριαρχεί η σιωπή: Στη σιωπή που δεν ακούν τα λόγια, Στα λόγια που ακούγεται η σιωπή, Στα μάτια που δεν βλέπουν τη σιωπή, Στη σιωπή που δεν βλέπει με τα μάτια. Και οι τέσσερεις πράξεις συνδέονται με την πιο απόλυτη μορφή σιωπής που είναι ο θάνατος. Από την άποψη αυτή ο Ανδρέας Τσιάκος εισάγει στην πλήρη έκταση της ποιητικής του συλλογής μια καινοτομία: κάθε ποίημα έχει αφιερωθεί σε κάποιο πρόσωπο γνωστό στον ποιητή και έχει αποδέκτη, όπως και το σύνολό της το αναγνωστικό κοινό που συνομιλεί ταυτόχρονα με τον ποιητή και το πρόσωπο στο οποίο αφιερώνεται το ποίημα. Όμως, το πιο χαρακτηριστικό από όλα είναι η επαναφορά του προσώπου από την απόλυτη σιωπή στο φως της ημέρας με την αφιέρωση στους ποιητές ή τα πρόσωπα που… έφυγαν! Η ποίηση της μνήμης ή ακόμη, η μνήμη στην ποίηση βρίσκει στο χώρο της νέα συλλογής έκφραση στο πρόσωπο και το έργο του αείμνηστου Γιάννη Ρηγόπουλου στον οποίο είναι αφιερωμένο το ποίημα με τίτλο “Τα λόγια μου”, αλλά και σε πολλούς άλλους. Σαν ένα να τραγούδι που σπάει τα φράγματα της σιωπής και απελευθερώνει τα αγαπημένα πρόσωπα από τη λήθη.
Το τραγουδούν στα μνήματα
στις μακρινές βαρκάδες
στης πολιτείας τα στενά
και στις πλατιές κοιλάδες
Λυρικός, ανανεωτικός, ερωτικός, επαναστατικός και ανυπότακτος, ο Ανδρέας Τσιάκος συνεχίζει να παίζει με τις λέξεις και τα νοήματα με έναν εντελώς προσωπικό και ιδιαίτερο τρόπο και στη νέα ποιητική του συλλογή, συνεχίζοντας τους προσανατολισμούς που είχε χαράξει σταδιακά με τις προηγούμενες.
Η καληνύχτα θέλει στόμα δροσερό
κι η καλημέρα μάτια – κήπους
Εμείς τυφλοί κοιμόμαστε. Σχεδόν!
Ξυπνάμε δίχως λόγια
Στης μοναξιάς μας τον χορό
χορεύει ο Οιδίπους
Ύβρις ! Μαντείο των Δελφών
Σπάσανε τα ρολόγια
Όποιος μετρά, όποιος ρωτά
Την ώρα των θαυμάτων
Χρησμούς ζητά, κρυφοκοιτά
Τους ήχους των βημάτων
Όποιος μετρά, συλλαβιστά
Τις λέξεις των χρωμάτων
Στη Γη δειλά, αναζητά
Το μήκος των κυμάτων.
(από την Πράξη 3 – Στα μάτια που δεν βλέπουν τη σιωπή)
Η έκδοση ακολουθεί σύγχρονα πρότυπα. Οι εκδόσεις ΧΑΡΜΑ που ανέλαβαν την έκδοση της συλλογής μας πληροφορούν:
Το βιβλίο περιέχει στίχους που είναι προορισμένοι για να τραγουδηθούν.
Είναι σε μορφή e-book και audio-book. Στην audio-book έκδοση, διαβάζει ο Αντρέας Τσιάκος.
Ο αναγνώστης μπορεί να στείλει μήνυμα στο [email protected] με θέμα ΘΑ ΣΥΣΤΗΘΩ ΕΝΑ ΠΡΩΙ, να γράψει το όνομά του και το email του και να ενημερώσει τις εκδόσεις αν επιθυμεί να του αποσταλεί σε e-book, audio-book ή και στις δυο μορφές.
(Γ. Κόνδης)