
Οι περισσότεροι όταν λέμε “Φύκια” εννοούμε λανθασμένα, τα ταινιόμορφα φυτά που όταν είναι ζωντανά σχηματίζουν πυκνές πράσινες συστάδες, με ρίζες άνθη και καρπούς, σε αμμώδεις βυθούς και που όταν ξεβράζονται (νεκρά) στις παραλίες και ακτές παίρνουν μια γκριζόμαυρη χροιά και ονομάζονται θημώνες, τις οποίες είθισται να θεωρούμε ενοχλητικές και αντιτουριστικές. Επιχειρηματίες των παραλιών και Δήμοι ανά την Ελλάδα αφαιρούν τους θημώνες από την παραλία για να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον πιο ελκυστικό για τους λουόμενους, χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν, ότι αυτά τα φυτά, συνήθως Ποσειδωνίες και Ζοστέρες, αποτελούν ένα πολύτιμο στοιχείο για την προστασία της ίδιας της παραλίας.
Τα υποθαλάσσια λιβάδια των ανώτερων αυτών φυτών, είναι ένας από τους βασικούς τύπους παράκτιων οικοσυστημάτων,απαντώνται σε όλες τις παράκτιες ζώνες παγκοσμίως εκτός από την Ανταρκτική και καταλαμβάνουν περίπου το 1/10 της επιφάνειας των μαλακών υποστρωμάτων, μέχρι το μέγιστο βάθος που δεν ξεπερνά τα 50 μ.
Τα λιβάδια της Ποσειδωνίας παρέχουν πολύτιμες οικοσυστημικές λειτουργίες καιυπηρεσίες όπως:
- Αποτελούν ενδιαίτημα, καταφύγιο και τόπο αναπαραγωγής για μεγάλο αριθμό ειδών χλωρίδας και πανίδας. Έχουν αναφερθεί ότι ζουν περισσότερα από 400 είδη φυκών και περισσότερα από 1.000 είδη ζώων (μεταξύ αυτών, περισσότερα από 80 είδη ψαριών, μαλακίων και καρκινοειδών ειδών εμπορικής σημασίας).
- Παράγουν οξυγόνο και δεσμεύουν από την ατμόσφαιρα 35 φορές περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα σε σχέση με τα τροπικά δάση. Επομένως, έχουν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της απορρύθμισης του κλίματος λόγω της κλιματικής αλλαγής.
- Αποτελούν φυσικά φίλτρα καθαρισμού του νερού, παγιδεύοντας ίζημα και οργανική ύλη στο ρίζωμα τους. Στις περιοχές που υπάρχουν λιβάδια ποσειδωνίας το νερό είναι πιο καθαρό και πιο διαυγές!
- Χάρη στο πυκνό ρίζωμα και φύλλωμα τους, λειτουργούν ως κυματοθραύστες προστατεύοντας τις ακτές από τη διάβρωση.
Τα φύλλα της Ποσειδωνίας που ξεβράζονται στην ξηρά, γνωστά και ως θημώνες, προστατεύουν τις ακτές από τη διάβρωση, συμβάλλουν στο σχηματισμό των παραλιών, τρέφουν, λιπαίνουν και προστατεύουν από τη ξηρασία την παράκτια βλάστηση και φιλοξενούν μια πλούσια πανίδα προσφέροντας ασφαλή θέση για την εναπόθεση αυγών σε ζωικούς οργανισμούς.Η βασικότερη, ίσως, λειτουργία τους είναι ότι προστατεύουν τις παραλίες από τη διάβρωση, λειτουργία ιδιαιτέρως σημαντική, αν σκεφτεί κανείς ότι κάθε χρόνο, πανελλαδικώς, χάνουμε αρκετά μέτρα παραλίας.
Σύμφωνα με τα πορίσματα του ευρωπαϊκού έργου POSBEMED2 «Διακυβέρνηση και διαχείριση συστημάτων Ποσειδωνίας, ακτών και αμμοθινών στη Μεσόγειο», του Προγράμματος Interreg MED, σκοπός του οποίου είναι η διαμόρφωση μεθόδων διαχείρισης της παράκτιας ζώνης Ποσειδωνίας, η Ποσειδωνία δεν πρέπει με κανένα τρόπο να απομακρύνεται από την παραλία. Δεν πρέπει να απομακρύνεται, είτε πρόκειται για τους λειμώνες που βρίσκονται μέσα στο νερό, είτε πρόκειται για τους θημώνες που ξεβράζονται στις ακτές. Σίγουρα δεν πρόκειται για σκουπίδια ή για κάτι βρώμικο, δεδομένου ότι και μόνο η ύπαρξη Ποσειδωνίας είναι ενδεικτική της καθαρότητας του θαλάσσιου περιβάλλοντος, αφού αυτή δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε βρώμικα νερά.Παρ΄ όλα αυτά, από στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από την Μεσόγειο, προέκυψε ότι το 83% των ερωτηθέντων τοπικών αρχών απομακρύνουν κάθε χρόνο τα ξεβρασμένα φύκια σε μερικές, ή όλες τις παραλίες που έχουν στην ευθύνη τους. Σε περίπου 44% των περιπτώσεων, αυτή η απομάκρυνση γίνεται με βαριά μηχανήματα, σε 40% από ελαφριά μηχανήματα και στο 16% των περιπτώσεων χειρωνακτικά. Τα υλικά αυτά, άλλωστε, συχνά τοποθετούνται σε χώρους υγειονομικής ταφής, ή μεταφέρονται κάπου αλλού και σπάνια χρησιμοποιούνται με τρόπο που να συμβάλλουν στη διατήρηση της παραλίας αλλά και χωρίς να ενοχλούν τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Οι έγκυρες συστάσεις του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών, της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης και άλλων επιστημονικών οργανώσεων προς τοπικούς φορείς, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους διαχειριστές ακτών και παραλιών αναφέρουν: οι θημώνες Ποσειδωνίας πρέπει να διατηρούνται άθικτοι στις παραλίες και ακτές, ενώ η χρήση κάθε βαρέως μηχανικού εξοπλισμού και η εφαρμογή πρακτικών που σκάβουν, οργώνουν, ή ισοπεδώνουν την ακτή, θα πρέπει να αποφεύγονται. Μόνο τα ανθρώπινα απορρίμματα θα πρέπει να αφαιρούνται χειρωνακτικά, ή με τη χρήση ελαφριών εργαλείων χειρός. Σε πολυσύχναστες ακτές χωρίς διάβρωση ενδείκνυται η αφαίρεση μικρών τμημάτων θημώνων για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των λουόμενων στη θάλασσα. Όταν υπάρχουν πολύ μικρές ποσότητες ξεβρασμένων φύλλων Ποσειδωνίας ενδείκνυται η επί τόπου ταφή τους κάτω από την άμμο, ή η επιστροφή τους στη θάλασσα (υπό ευνοϊκές συνθήκες ανέμου και κύματος).
Γενικά, δεν θα πρέπει να γίνεται καμία επέμβαση σε ακτίνα πέντε μέτρων από τις αμμοθίνες, τους μικρούς εκείνους λόφους από άμμο που βρίσκονται συνήθως στις παράκτιες περιοχές και αποτελούν σημαντικό οικότοπο. Μόνο σε περίπτωση που θα κριθεί απολύτως αναγκαία η αφαίρεση των θημώνων, θα πρέπει το υλικό που απομακρύνεται να προωθείται για κομποστοποίηση ή επαναχρησιμοποίηση.
Από τα πιο χαρακτηριστικά φυτά που φυτρώνουν στις αμμοθίνες είναι το κρινάκι της θάλασσας (Pancratiummaritimum) ή Παγκράτιο το παράλιο, που το αποκαλούν και «κρινάκι της Παναγίας», γιατί τα άνθη του μυρίζουν τον Δεκαπενταύγουστο. Το κρινάκι αυτό είναι γνωστό από τις υπέροχες τοιχογραφίες στο παλάτι της Κνωσού της Κρήτης και στη Σαντορίνη.
Επίσης στις αμμοθίνες αναπτύσσεται η καμπανέλα (Calyste-giasοldanella), με τα άνθη της που μοιάζουν με ροζ μικρά χωνιά και η οποία ανθίζει Απρίλιο – Μάιο. Εκτός από τα καθαρά αμμόφιλα είδη, πάνω στις αμμοθίνες μπορεί να βρουν γόνιμο χώρο για να αναπτυχθούν και άλλα φυτά, όπως παπαρούνες ή και τα γνωστά αμάραντα.
Γενικά οι αμμοθίνες χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία φυτών, τα οποία είναι προσαρμοσμένα στο αμμώδες έδαφος και στη θαλασσινή αρμύρα, στα οποία παράλληλα φιλοξενείται και ανάλογη πανίδα. Επομένως, η εξαφάνιση των αμμοθινών σημαίνει την εξαφάνιση και των φυτών ή των ζώων που φιλοξενούν.
Η χρήση βαριών μηχανημάτων για την απομάκρυνση των φυκιών και άλλης βλάστησης από την παραλία έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή των αμμοθινών, τη συμπίεση της άμμου και, συνεπώς, τον θάνατο ζώων που συμβιούν κάτω από την άμμο (σαλιγκάρια, σαύρες κ.λπ.). Στις αμμοθίνες βρίσκουν καταφύγιο και τροφή αρκετά ζώα και γεννούν τα αυγά τους διάφορα πουλιά. Οι περισσότεροι ζωικοί οργανισμοί των αμμοθινών σκάβουν την άμμο και ζουν σε υπόγειες φωλιές για να αποφύγουν την ξηρασία ή ζουν στην περιοχή της αμμουδιάς που είναι πιο κοντά στη θάλασσα (ζώνη διαβροχής), ώστε να βρέχονται από τα κύματα. Πολλά πουλιά (κορυδαλλοί, χαραδριοί, γλάροι κ.ά.) επισκέπτονται τις θίνες για την αναζήτηση της τροφής τους.
Τέλος, στις απομονωμένες αμμοθίνες των λουρονησίδων (μια μακριά και πολύ στενή λωρίδα άμμου), όταν δεν πλησιάζουν άνθρωποι, γεννούν τα αυγά τους γλαρόνια, καλαμοκανάδες, στρειδοφάγοι και άλλα υδρόβια πουλιά. Τα αυγά αυτών των πουλιών έχουν μορφή, σχήματα και χρώματα που τα καθιστούν δυσδιάκριτα, καθώς ανακατεύονται με την άμμο και με τον τρόπο αυτόν προστατεύονται από τους υπόλοιπους θηρευτές.
Τελικά, ο εχθρός στις παραλίες μας δεν είναι τα φύκια και οι αμμοθίνες. Ο εχθρός είναι η πλαστική ρύπανση και η μόλυνση της θάλασσας από αστικά απόβλητα.
Η νομοθεσία προβλέπει ότι οι εκτάσεις θαλάσσιου βυθού με βλάστηση από «φύκια» (ποσειδωνίες) δημιουργούν σημαντικό οικότοπο, ο οποίος αποτελεί Τύπο Οικοτόπου Προτεραιότητας, σύμφωνα με το παράρτημα Ι της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για την διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας χλωρίδας και πανίδας (92/43/ΕΟΚ).
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την ΚΥΑ περί αιγιαλού ∆∆Π0007378/0454ΒΕΞ2017 – ΦΕΚ 1636/Β/12-5-2017, απαγορεύεται οποιαδήποτε επέμβαση που αλλοιώνει τη φυσική μορφολογία και τα βιοτικά στοιχεία του αιγιαλού.
Μαρία Βασιλείου, Βιολόγος- Ωκεανογράφος