Φίλοι, συγγενείς, παλιοί συμμαθητές αλλά και θαυμαστές του έργου του Θοδωρή Γκόνη βρέθηκαν το βράδυ της Κυριακής στο «Φουγάρο», στο Ναύπλιο για να συναντήσουν το συμπατριώτη τους λογοτέχνη, στιχουργό, σκηνοθέτη και ηθοποιό…
Αφορμή στάθηκε η παρουσίαση του νέου του βιβλίου με διηγήματα «Το μαύρο φόρεμα του κόρακα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Άγρα» και το οποίο, όπως ειπώθηκε στην αρχή της εκδήλωσης, σύντομα θα κυκλοφορήσει μεταφρασμένο στα γαλλικά και τα βουλγαρικά.
Ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Κώστας Καλφόπουλος (διαδικτυακά) και η φιλόλογος-διευθύντρια του Γενικού Λυκείου Ερμιόνης Ιωάννα Γρηγορίου, αναφέρθηκαν στο λογοτεχνικό έργο του Γκόνη το οποίο είναι γνωστό όχι μόνο μέσα από το τα βιβλία του αλλά στο ευρύ κοινό και από τους στίχους σε γνωστά τραγούδια.
Η ηθοποιός Λουκία Μιχαλοπούλου διάβασε αποσπάσματα από το νέο βιβλίο ενώ ο δημοσιογράφος Γιάννης Πανταζόπουλος έθεσε στο συγγραφέα ερωτήματα για τα νέα διηγήματα, για τη σχέση του με το γενέθλιο τόπο, για τη συγγραφή και το θέατρο… Κάτι που στη συνέχεια ανέλαβαν και πολλοί ακροατές οι οποίοι δεν έκρυψαν τη συγκίνησή τους για τον παλιό τους φίλο που εδώ και χρόνια λείπει από κοντά τους (τα τελευταία χρόνια ο Θ. Γκόνης εργάζεται ως σκηνοθέτης στη Βόρειο Ελλάδα, είναι καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας και του Φεστιβάλ Φιλίππων).
Με τη σεμνότητα που τον διακρίνει και με έκδηλη αμηχανία «καθώς ήταν πολλοί γνωστοί μπροστά του», ο συγγραφέας αναφέρθηκε στο πώς και το γιατί έγραψε τα νέα διηγήματα.
Είπε πως πρόκειται για επτά ιστορίες που αναφέρονται σε ανθρώπους και τόπους από τα παιδικά του χρόνια και πως με παλιά υλικά προσπάθησε να φτιάξει νέες ιστορίες. Δεν αναφέρει πουθενά σε αυτές, τις λέξεις «Ναύπλιο» ή «Άργος», κάποια ονόματα τα άφησε όπως είναι, ωστόσο πολλά τα άλλαξε διακριτικά. Κάποια άλλα πρόσωπα, τα δημιούργησε ο ίδιος.
Αυτολογοκρίθηκε πολύ όχι μόνο για τους πρωταγωνιστές που ακόμη βρίσκονται εν ζωή αλλά κυρίως για αυτούς που έχουν φύγει καθώς, όπως είπε: «Ήμουν πολύ προσεκτικός με τους νεκρούς, δεν ήξερα αν είχα το δικαίωμα να ταράξω τον ύπνο τους…». Παραδέχτηκε πως από την απόσταση, «οι άνθρωποι είναι που σου λείπουν και όχι οι τόποι».
Το μικρό παιδί από την Γκάτζια που έζησε ολομόναχο από 7 ετών στο Ναύπλιο, το παλιό γκαρσόνι στο «Ξενία», στην Πύλη της Ξηράς, στον «Καραμαλή», στο «Πέραμα» βρέθηκε να σερβίρει (χωρίς να γνωρίζει τότε ποιοι είναι) τον Καρούζο ή τον Τερζάκη, τον δάσκαλό του, όπως είπε: «Ο Τερζάκης με έμαθε αργότερα γράμματα, διαβάζοντας τις επιφυλλίδες του».
Μίλησε για τα δύσκολα παιδικά χρόνια στην επαρχιακή πόλη, όχι μόνο του ίδιου αλλά και της γενιάς του… «Μόνος σου έπρεπε να φτιάξεις. Ήταν δύσκολες οι εποχές για να ξεφύγεις». Tο Ναύπλιο που έζησε εκείνος δεν έχει καμία σχέση με το σημερινό: «Δεν λέω ότι ήταν καλύτερα ή χειρότερα, λέω ήταν διαφορετικά».
Όταν ο Θοδωρής Γκόνης ρωτήθηκε γιατί πιστεύει ότι τα γραπτά του συγκινούν τους ανθρώπους από άλλες περιοχές της Ελλάδας αλλά και το εξωτερικό (απόδειξη οι μεταφράσεις τους), απάντησε: «Ο καημός των ανθρώπων δεν είναι γεωγραφικός. Ο τόπος μας μάς δίνει τη δυνατότητα να μιλήσουμε για όλους τους τόπους του κόσμου».
Γ.Ν.