Ερώτηση σχετικά με τα μέτρα που προτίθεται να λάβει το Υπουργείο Υγείας για την ενθάρρυνση του εμβολιασμού μεταξύ των ογκολογικών ασθενών καθώς και για τη βελτίωση της υγειονομικής τους αντιμετώπισης εν μέσω της πανδημίας κατέθεσε στη Βουλή ο βουλευτής Αργολίδας του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Πουλάς προς τον Υπουργό Υγείας.
Επιπλέον στην ερώτησή του ο κ. Πουλάς ζητά ενημέρωση σχετικά με τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει το αρμόδιο Υπουργείο ώστε από Σεπτέμβριο να μην μετατραπεί εκ νέου το ΕΣΥ σε υγειονομικό σύστημα μίας νόσου και να εξυπηρετούνται απρόσκοπτα και χωρίς καθυστερήσεις και αναβολές οι ανάγκες των καρκινοπαθών.
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της ερώτησης:
Πρόσφατη έρευνα της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) στην οποία συμμετείχαν 512 ασθενείς και άτομα με εμπειρία καρκίνου, στον οποίο έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα του εμβολιασμού των καρκινοπαθών κατά του Covid-19.
Παρότι οι συγκεκριμένη ευπαθής κατηγορία χρονίως πασχόντων είχε προτεραιότητα στον εμβολιασμό σύμφωνα με την προτεραιοποίηση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού, το ποσοστό των καρκινοπαθών που έχει εμβολιαστεί έστω με μία δόση και όσων προτίθενται να εμβολιαστούν ανέρχεται στο 72%. Το 10% των ερωτηθέντων δηλώνει απόλυτη άρνηση να εμβολιαστεί, ενώ το 15% δηλώνουν προβληματισμένοι. Το ποσοστό αυτό του 25% διατυπώνουν αντιρρήσεις για το πρόγραμμα εμβολιασμού, τις παρενέργειες, τα ζητήματα οργάνωσης και την έλλειψη ενημέρωσης για τις συνέπειες του εμβολιασμού στον ανθρώπινο οργανισμό.
Στην ίδια έρευνα καταγράφηκαν οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι ασθενείς με καρκίνο κατά την επαφή τους με τις υγειονομικές δομές της Χώρας κατά τη διάρκεια της πανδημίας και οι επιπτώσεις της στην διάγνωση, θεραπεία, ψυχολογική κατάσταση, στην εργασία και γενικά στην ζωή τους από το Νοέμβριο του 2020 έως τον Απρίλιο του 2021. Επιπλέον αξιολογήθηκε η επίδοση της κυβέρνησης από την πλευρά των ερωτηθέντων. Ειδικότερα το 87% εξ αυτών έκρινε τις ενέργειες της κυβέρνησης από μέτριες έως μη αποτελεσματικές κατά το 2ο και 3ο κύμα της πανδημίας, ενώ η αποδοχή τους κατά το 1ο κύμα έφθανε το 64%.
Το 49% των ερωτηθέντων ασθενών δήλωσε ότι υποχρεώθηκε σε επιπλέον δαπάνες για την αντιμετώπιση της νόσου, τις οποίες θα είχε αποφύγει διαφορετικά, ενώ το 47% χρησιμοποίησαν υπηρεσίες υγείας του ιδιωτικού τομέα για να αντιμετωπίσουν την πάθησή τους, έναντι του 33% που απευθύνθηκε στο δημόσιο. Το 22% δήλωσε ότι η υγεία του επηρεάστηκε από την πανδημία και το 50% ότι υπήρξε σημαντική καθυστέρηση επικοινωνίας με τον θεράποντα γιατρό τους. Εκ των ερωτηθέντων δε, το 77% βίωσε επιβάρυνση και στην ψυχολογική του κατάσταση.
Επίσης, ως πρόβλημα αναφέρθηκε η καθυστέρηση ή ακύρωση των ραντεβού και των επαναληπτικών εξετάσεων καθώς και ο αποκλεισμός από τα δημόσια νοσοκομεία των καρκινοπαθών εξαιτίας της μετατροπής τους σε νοσοκομεία μίας νόσου, της αναστολής των εξωτερικών ιατρείων και της μείωσης των χειρουργείων κατά 80% κατά την περίοδο της πανδημίας. Ως προς τους ερωτηθέντες εργαζόμενους καρκινοπαθείς, το 41% των αυτοαπασχολούμενων και το 18% των μισθωτών δήλωσε προβλήματα στον χώρο εργασίας λόγω της πανδημίας, ενώ το 36% δήλωσε ότι τα μέτρα της κυβέρνησης για την προστασία των εργαζόμενων ήταν ανεπαρκή στην 2η και 3η φάση της πανδημίας.
Από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει αφενός ότι η πανδημία προκάλεσε περαιτέρω της συνηθισμένης επιδείνωση της υγείας και της διαβίωσης των ογκολογικών ασθενών, των οποίων η καθημερινότητα είναι ήδη δύσκολη λόγω της ασθένειας τους και αφετέρου ότι ακόμα και σήμερα οι ογκολογικοί ασθενείς παραμένουν δύσπιστοι μπροστά στο ενδεχόμενο του εμβολιασμού τους.
Δεδομένου του γεγονότος ότι ο καρκίνος είναι η δεύτερη αιτία θανάτου στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι η πανδημία προκάλεσε αναστάτωση σε όλα τα υγειονομικά συστήματα των χωρών μελών της, ότι είναι γνωστές οι παθογένειες του ελληνικού υγειονομικού συστήματος ως προς την αντιμετώπιση του καρκίνου, ότι παρατηρείται καθυστερημένη εισαγωγή καινοτόμων φαρμάκων στην ελληνική αγορά και θεραπειών ακριβείας που εφαρμόζονται ήδη σε προηγμένες χώρες, είναι προφανές ότι η Πολιτεία πρέπει να θέσει τους ογκολογικούς ασθενείς σε προτεραιότητα τόσο με εξειδικευμένα μέτρα όσο και με την επιτάχυνση του εμβολιασμού τους και με πειστικές απαντήσεις στις ενστάσεις τους και στους δισταγμούς τους.
Αντιθέτως, απόψεις που έρχονται στη δημοσιότητα αναφορικά με τυχόν παρενέργειες των εμβολίων έρχονται να συσκοτίσουν την κατάσταση, δίνοντας τροφή στη δυσπιστία, στον δισταγμό και στη διάδοση μη επιστημονικών θεωριών. Την αβεβαιότητα για τους ογκολογικούς ασθενείς επιτείνει η επιδείνωση της επιδημιολογικής εικόνας της Χώρας μας λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης της μετάλλαξης «Δέλτα», που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέα απαγορευτικά από τον Σεπτέμβριο και μετά.
Σε κάθε περίπτωση, μέχρι σήμερα δεν έχουμε διαπιστώσει ιδιαίτερη μέριμνα της Πολιτείας για την ευάλωτη αυτή ομάδα ασθενών, ούτε την πρόθεση της να διατυπώσει κίνητρα για την ενθάρρυνση του εμβολιασμού τους και να εκπονήσει συνολικό σχεδιασμό, ο οποίος να περιλαμβάνει όλους τους εμπλεκόμενους στην ογκολογική περίθαλψη με σκοπό την βελτίωση της ποιότητας διαβίωσής τους και του προσδόκιμου ζωής τους.
Κατόπιν των ανωτέρω ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός Υγείας:
1. Ποια συγκεκριμένα μέτρα προτίθεται να λάβει το Υπουργείο σας για την ενθάρρυνση του εμβολιασμού μεταξύ των ογκολογικών ασθενών; Ποιες απαντήσεις σκοπεύετε να δώσετε στους διστακτικούς καρκινοπαθείς που έχουν γίνει αποδέκτες αντιφατικών πληροφοριών για τις συνέπειες του εμβολιασμού μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης;
2. Σκοπεύετε να εκπονήσετε συνολικό σχεδιασμό για την βελτίωση της ογκολογικής περίθαλψης και την αντιμετώπιση των δυσχερειών που μέχρι σήμερα έχουν διογκωθεί λόγω των αυξημένων αναγκών της πανδημίας;
3. Ποια μέτρα σκοπεύετε να λάβετε ώστε από Σεπτέμβριο να μην μετατραπεί εκ νέου το ΕΣΥ σε υγειονομικό σύστημα μίας νόσου και να εξυπηρετούνται απρόσκοπτα και χωρίς καθυστερήσεις και αναβολές οι ανάγκες των καρκινοπαθών;