Ιδιαίτερα στο Άργος ξανάρχισε συζήτηση για τη διαβόητη «ανάπτυξη». Το πώς θεωρεί ο καθένας αυτή την ανάπτυξη είναι αξιοσημείωτο. Φαίνεται ότι η πλέον κοινή αντίληψη αφορά την εισροή χρημάτων στο προσωπικό ταμείο του καθενός. Αν σε αυτό συμπεριλάβουμε και τα κέρδη εργολάβων από τα λεγόμενα «μεγάλα έργα», τότε μπορούμε να κατανοήσουμε το βάθος μιας καινοφανούς αντίληψης ότι θα πρέπει να διευκολύνεται η κάθοδος επισκεπτών στην Αργολίδα μόνο και μόνο για να δουν σημεία που τους ενδιαφέρουν και να σηκωθούν να φύγουν.
Αν ακόμα ισχύει η κοινή λογική, γίνεται προφανές ότι λείπει τραγικά μια εκτεταμένη, κοινή συζήτηση για το όλο θέμα και ότι βέβαια είναι επείγον να γίνει.
Αν εξετάσουμε τα πράγματα από κοντά, διαπιστώνουμε ότι αν δεν είχαν ενεργήσει οι Κεντρικές Υπηρεσίες Υπουργείων για την πολιτισμική κληρονομιά της Αργολίδας, αυτή κυριολεκτικά θα είχε ρημάξει- και οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Μερικά παραδείγματα μπορούν να εικονίσουν την πραγματικότητα. Αν η Κεντρική Διοίκηση δεν είχε ενδιαφερθεί στο Ναύπλιο για τον Άγιο Νικόλαο τον, Άγιο Γεώργιο και το κτίριο Βίγγα θα είχαν περιέλθει στην άθλια κατάσταση του ιστορικού κτιρίου του Ενετικού Σχολείου. Η τύχη των ανεμόμυλων στην πεδιάδα του Άργους είναι ένα άλλο παράδειγμα. Ευτυχώς στο Κρανίδι έγιναν οι δέουσες αναστηλώσεις, ενώ στο Κουτσοπόδι, παρά την συνδρομή μου με στοιχεία στους δύο τελευταίους δημάρχους του, δεν προέκυψε κανένα αποτέλεσμα.
Στο Άργος επί 10 ολόκληρα χρόνια η αρχαία και νεότερη αρχιτεκτονική κληρονομιά έχει αφεθεί στη φθορά του χρόνου. Όσες αναστηλώσεις έγιναν οφείλονται στο Υπουργείο Πολιτισμού και στην Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή. Όπου έβαλε χέρι ο Δήμος χειροτέρευσαν τα πράγματα (παλαιό Δημαρχείο και τοίχος παλαιάς Εμπορικής Σχολής). Και ζούμε τη φαιδρότητα περιφοράς της φουστανέλας, του ζηπουνιού και του σπαθιού του Τσώκρη, όταν αφήνουμε σε άθλια κατάσταση το εξαίρετης αρχιτεκτονικής σπίτι του (βλέπε προηγούμενο άρθρο μου).
Τελευταία ήρθε στην επιφάνεια η τύχη του επιβλητικού πύργου στην Κάντια. Αλλά θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το ενδιαφέρον γι’ αυτό το μνημείο δεν δημιουργήθηκε από φαντάσματα! Οι μη γνωρίζοντες και οι νεότεροι θα πρέπει να μάθουν ότι ο Ιορδάνης Δημακόπουλος, παλαιός Διευθυντής στο Υπουργείο Πολιτισμού, είναι ο πρώτος που μελέτησε και δημοσίευσε στοιχεία για πύργους αυτού του τύπου στην Πελοπόννησο. Ο ίδιος μελέτησε και κατάφερε να καταλήξει η αναστήλωση της Πύλης της Ξηράς στο Ναύπλιο. Στη συνέχεια, η Νίκη Ζαμενοπούλου, στέλεχος και αυτή του Υπουργείου Πολιτισμού, υποστήριξε διατριβή με θέμα τον «Πύργο της Κάντιας». Και ήταν η αλησμόνητη Κατερίνα Παπαδριανού, που έφερε στην επιφάνεια τις εκκρεμότητες για τη αναστήλωση του Πύργου και αγωνίστηκε επί 15 σχεδόν χρόνια για να τεθεί τέρμα σε αυτές. Τελικά κινητοποίησε τον προτελευταίο Δήμαρχο Ασίνης, και έγινε ανάθεση μελέτης αναστήλωσης και επαναχρησιμοποίησης του Πύργου στην ειδική αρχιτέκτονα- αναστηλώτρια Ιωάννα Σωτηρίου- Δωροβίνη. Η μελέτη συντάχθηκε, ολοκληρώθηκε, και εγκρίθηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο του ΥΠΠΟ, χωρίς η μελετήτρια να διεκδικήσει καμία αμοιβή. Ο Πύργος έκτοτε αντιμετώπισε την πλήρη αδιαφορία τόσο του τελευταίου δημάρχου Ασίνης όσο και των Δημάρχων Ναυπλιέων. Και αφού για ανάπτυξη γίνεται λόγος ο Πύργος της Κάντιας είναι το μοναδικό μνημείο, που σύμφωνα με τη μελέτη επανάχρησης, θα αποτελούσε Κέντρο Πολιτισμού για όλη την ευρύτατη περιοχή όπου βρίσκεται.
Αυτά είναι τα γεγονότα. Πέρα από την ακατάσχετη φλυαρία περί ανάπτυξης, ας συνδεθούμε με την πραγματικότητα και με την ιστορική μνήμη μας και ας καταλάβουμε ότι χωρίς την αξιοποίηση της ιστορικής κληρονομιάς ως πόλου έλξης δεν είναι δυνατό να ανατραπεί η μεγάλη νέκρα που έχει κτυπήσει το Άργος και αλλού. Μία νέκρα που τώρα την αναγνωρίζουν όλοι…