Στις Ερωτήσεις που είχε καταθέσει ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας Γιάννης Ανδριανός με θέμα την αποζημίωση των ελαιοπαραγωγών και των παραγωγών μανταρινιών κλημεντίνης στην Αργολίδα που επλήγησαν από συνέπειες της κλιματικής αλλαγής μέσω των προγραμμάτων de minimis απάντησε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Στ. Αραχωβίτης.
Σε ό,τι αφορά τους ελαιοπαραγωγούς, στην απάντηση του Υπουργού αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«Όσον αφορά στη χορήγηση de minimis, επισημαίνεται ότι η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων ήσσονος σημασίας (de minimis) για την τρέχουσα προγραμματική περίοδο, μέχρι και το έτος 2020, προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθμ.1408/2013 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σύμφωνα με τον εν λόγω Κανονισμό, το σωρευτικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων σε οποιαδήποτε περίοδο τριών οικονομικών ετών, δεν δύναται να υπερβαίνει το εθνικό ανώτατο όριο που καθορίζεται στο παράρτημα του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 1408/2013(109.260.000,00 ευρώ). Το ύψος ενίσχυσης ανά ενιαία επιχείρηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ σε οποιαδήποτε περίοδο τριών οικονομικών ετών».
Σε ό,τι αφορά τους παραγωγούς κλημεντίνης, στην απάντηση αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
«Όσον αφορά στις ζημιές που προξενούνται στις καλλιέργειες μανταρινιάς (ποικιλία κλημεντίνης) από μυκητολογικές προσβολές (υδαρή κηλίδα – μονίλια κ.λπ.), σημειώνεται ότι οι εν λόγω ζημιές, όπως διαπιστώθηκε από τις επισημάνσεις των υπηρεσιών του ΕΛ.Γ.Α. στην ευρύτερη περιοχή της Αργολίδας, δεν καλύπτονται ασφαλιστικά από τον ΕΛ.Γ.Α.
Ωστόσο, οι ζημιές αυτές δύναται να ενταχθούν σε πρόγραμμα Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων (ΚΟΕ), αρμοδιότητας ΠΣΕΑ. Για την ένταξη τέτοιων ζημιών σε πρόγραμμα ΚΟΕ θα πρέπει να πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις του Κανονισμού Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων και των Κοινοτικών Κατευθυντήριων Γραμμών για τη γεωργία και δασοκομία.
Ένας εκ των βασικών όρων είναι η παραγωγή του έτους ζημιάς να έχει ζημιωθεί κατά είδος προϊόντος (καλλιέργεια), σε επίπεδο Νομού, σε ποσοστό 30% και πάνω, σε σχέση με τη μέση απόδοση των προηγούμενων τριών ετών, με βάση τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της χώρας, τα οποία συλλέγονται από τις ∆ιευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (∆ΑΟΚ) τον επόμενο χρόνο της συγκομιδής και δίδονται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) και, βεβαίως, να αποδειχθεί ότι δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα αντιμετώπισης των μυκητολογικών προσβολών».