του Κωσταντή Δωροβίνη*
(Δημοσιεύτηκε στην “Εφημερίδα των Συντακτών” το Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018)
Στο άκουσμα της σκέψης για κατάργηση του μαθήματος της Ιστορίας Γενικής Παιδείας Γ΄ Λυκείου, έκανα τις παρακάτω σκέψεις:
Αρχικά, τι σημαίνει Ιστορία; Μόνον αν απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε τη σημασία και την αναγκαιότητά της, ιδιαίτερα την παρούσα εποχή. Πάντα στην ελληνική γλώσσα η ετυμολογία μπορεί να αποδειχθεί πολύ χρήσιμη.
Η λέξη «Ιστορία» παράγεται από το αρχαίο ρήμα «οίδα», που σήμαινε «γνωρίζω». Ιστορία, λοιπόν, σημαίνει Γνώση. Και βέβαια όχι μια οποιαδήποτε γνώση.
Οι άνθρωποι συνηθίζουν να λένε το παροιμιακό «Η Ιστορία επαναλαμβάνεται». Ομως αυτό συνιστά μιαν απλουστευτική προσέγγισή της.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Είναι γραμμική και περιγράφει –σε όλες τις φάσεις της– μια σχέση «αιτίου – αιτιατού». Οσο το «αίτιο» δεν αλλάζει τόσο το «αποτέλεσμα» θα παραμένει το ίδιο. Και εδώ έγκειται η σπουδαιότητα του μαθήματος αυτού. Γιατί όσο οι κοινωνίες δεν κατανοούν ποια τα λάθη τους, τι τις οδήγησε σε αυτά, υπό ποιες συνθήκες έγιναν, ποια τα χαρακτηριστικά τους, τόσο θα παραμένουν εγκλωβισμένες σε αυτά.
Όλα τα παραπάνω είναι βέβαια θεωρίες. Ωστόσο, πλείστα παραδείγματα, και μάλιστα από τη σύγχρονη Ιστορία, τις επιβεβαιώνουν.
Στην ύλη της Γ΄ Λυκείου υπάρχει κεφάλαιο για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα από το βιβλίο αλλά και από τη βιωματική μάθηση (ντοκιμαντέρ, επισκέψεις σε ιστορικούς χωρους, αναζήτηση πηγών) οι μαθητές μπορούν να κατανοήσουν τι ήταν το φαινόμενο του ναζισμού, υπό ποιες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες άνθησε στην πολιτική τάξη της Γερμανίας, ποια τα χαρακτηριστικά του, ποιες οι συνέπειές του κ.ά.
Όμως παρατηρούμε ότι και στην Ελλάδα υπάρχει ένα αξιοπρόσεκτο ποσοστό που υποστηρίζει ένα καθαρά νεοναζιστικό κόμμα, αλλά και στην Ευρώπη όλο και περισσότερο πιάνουν τόπο οι ρητορικές μίσους, πολλές από τις οποίες είναι παρόμοιες με εκείνες κατά των Εβραίων το 1933-1945.
Άρα, εκείνοι που δηλητηριάζονται από τη μισαλλοδοξία και τον ρατσισμό είναι ανιστόρητοι, δεν έχουν αναπτύξει «γνωστικά αντισώματα» μέσω της Ιστορίας.
Μόνο με την Ιστορία, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να συνειδητοποίησουν πόσο σοβαρό είναι αυτό το φαινόμενο και, τελικά, να το συνθλίψουν.
Ακόμη, πολλοί υποστηρίζουν ότι το μάθημα αυτό προσφέρει μια περιττή γνώση και μας κρατά στο παρελθόν. Αυτό δεν ισχύει καθόλου.
Η Ιστορία, όπως αποδείχθηκε πιο πάνω, είναι πρόοδος. Είναι κατανόηση των προβλημάτων των κοινωνιών, χειραφέτησή τους και πυξίδα για την πορεία τους στο μέλλον. Είναι σχολείο από το οποίο πρέπει να μάθουμε.
Άλλωστε όταν (υπάρχει θέληση και) διαβάζεται, το «κοινό» που προσελκύει κινείται σε όλο το εύρος των ηλικιών και των επαγγελμάτων. Και αντί να συζητάμε πώς θα την αναβαθμίσουμε ποιοτικά έτσι ώστε να γίνει πιο εύληπτη, προσιτή και ελκυστική στους μαθητές, πώς -ως κράτος- θα προσπαθήσουμε για την δια βίου μάθησή της (μέσω ημερίδων, χώρων ιστορικής μνήμης, βιβλιογραφίας κ.λπ.), έχουμε φτάσει στο σημείο να ζητάμε την κατάργησή της.
Θα μου πει βέβαια κάποιος ότι η νεότερη ιστορία διδάσκεται και στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο και ότι την καταργούμε για να απαλύνουμε το πιεστικό ωράριο και την ύλη των μαθητών της Γ΄ Λυκείου.
Ερώτημα: Έχει ένα παιδί 10 ή 15 χρόνων την ίδια ωριμότητα με έναν 18χρονο να συλλάβει σε (κάποιο) βάθος το νόημα της Ιστορίας, να επεξεργάζεται ιστορικές πηγές, ώστε μόνο του από πρωτογενή κείμενα να αντλεί σημαντικές πληροφορίες; Η απάντηση, νομίζω, είναι προφανής…
Επομένως καθίσταται αναγκαίο: Πρώτον, να υπάρχει σοβαρότητα στη διαχείριση αυτών των εξαιρετικά λεπτών ζητημάτων. Δεν είναι δυνατόν για σκοπιμότητες να θυσιάζονται κορυφαίας σημασίας γνώσεις.
Δεύτερον, είναι θετικό ότι άνοιξε μια συζήτηση για τη σχολική Ιστορία. Όμως αυτή χρειάζεται επαναπροσδιορισμό στους στόχους της και αναθεώρηση των συγγραμμάτων της.
Οποιαδήποτε απόφαση για κατάργησή της θα είναι καταστροφική για την πορεία της κοινωνίας.
* Ο Κωσταντής Β. Δωροβίνης είναι πρωτοετής φοιτητής Νομικής στο ΑΠΘ