Το σχολείο της αγοράς, των πολυεθνικών, το σχολείο των χορηγών είναι εδώ με τις ευλογίες των βουλευτών του νομού, της Περιφέρειας, του Δήμου Ναυπλίου και του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Γυμνασίου Δρεπάνου.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια ολοένα και περισσότερο διευρύνεται ο κατάλογος των σχολείων που για την κάλυψη ζωτικών λειτουργικών αναγκών τους απευθύνονται στη «φιλανθρωπία» διαφόρων ιδρυμάτων και επιχειρήσεων. Αυτό είναι το «σχολείο της αγοράς», το σχολείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των επιχειρηματικών ομίλων. Το σχολείο που κινείται στις κατευθύνσεις του ΣΕΒ ο οποίος «12 προτάσεις πολιτικής για το Ελληνικό σχολείο» αξιώνει: «ενίσχυση της αυτονομίας των διοικήσεων των σχολείων στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού προγράμματος και τη διαχείριση του προϋπολογισμού του σχολείου. Ειδικά στην Ελληνική πραγματικότητα, να έχει προηγηθεί η κατάλληλη εκπαίδευση των διοικήσεων για καλές πρακτικές που χρησιμοποιούνται σε Ελληνικά και ξένα σχολεία». Ως συνέχεια του παραπάνω σημείου έρχεται και η προτροπή για «αύξηση της εμπλοκής των τοπικών αρχών, ιδανικά με ανάληψη ευθύνης και μέρους της ευθύνης χρηματοδότησης και την αντίστοιχη ευθύνη εποπτείας».
Οι επιχειρηματικοί όμιλοι λοιπόν, εμφανιζόμενοι με το μανδύα του “ευεργέτη χορηγού “, βρίσκουν το έδαφος για να “εισβάλουν” στα σχολεία υλοποιώντας την πολιτική της ΕΕ, των αστικών κυβερνήσεων και των τοπικών διοικήσεων για σύνδεση των σχολείων με τις επιχειρήσεις, όχι μόνο για τη διαφήμισή τους, αλλά και για τη διαμόρφωση του λεγόμενου “σχολείου της αγοράς “, με προγράμματα σπουδών που θα εξυπηρετούν τα κέρδη τους. Ενός σχολείου που δε θα χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά αντίθετα θα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από την τσέπη των γονιών και από τους διάφορους «φιλάνθρωπους» χορηγούς, οι οποίοι θα απολαμβάνουν προνομιακή διαφήμιση στους χώρους των σχολείων. Ταυτόχρονα, σε ένα τέτοιο σχολείο μπορούν να «ανθίσουν» οι ελαστικές σχέσεις εργασίας και κυρίως να παρέμβουν πιο αποτελεσματικά οι εταιρείες οι οποίες θα εκμεταλλευτούν και τη συγκεντρωμένη μαθητική μάζα που – κακά τα ψέματα – αποτελεί πολύ καλή πελατεία.
Είναι απαράδεκτο κάθε σχολείο να αναζητά “προστάτη – χορηγό “, τη στιγμή που οι γονείς έχουν πληρώσει για το δικαίωμα των παιδιών τους στη μόρφωση. Τα χρήματα που δήθεν θα δαπανήσει η κάθε εταιρεία, τα έχει πάρει πίσω 100 φορές μέσα από προγράμματα της ΕΕ για την ανταγωνιστικότητα (δικά μας λεφτά, από τη φορολόγηση των εργαζομένων), τα έχει πάρει πίσω επίσης είτε ως επιχορηγήσεις, είτε από τις “νόμιμες φοροαπαλλαγές” που απλόχερα όλες οι κυβερνήσεις τούς παρέχουν. Είναι πρόκληση οι επιχειρηματικοί όμιλοι, που βγάζουν αμύθητα κέρδη από την εκμετάλλευση των εργαζόμενων – γονιών, ενώ απολαμβάνουν και πλήθος νόμιμων φοροαπαλλαγών, αλλά και παχυλών χρηματοδοτήσεων από κονδύλια της ΕΕ που προέρχονται από τη φορολογία των λαϊκών στρωμάτων, να εμφανίζονται ως δήθεν προστάτες των παιδιών τους.
Οι δράσεις αυτές που εισάγουν στο σχολείο τις αξίες της αγοράς έχουν στόχο τις συνειδήσεις των νέων, ανεξάρτητα από το ποιος τις υλοποιεί. Την ίδια στιγμή, εισάγεται στο σχολείο με επίσημο τρόπο ό,τι πιο ανταγωνιστικό, οι νόμοι της αγοράς και ο κόσμος των επιχειρήσεων, όπου ο ανελέητος ανταγωνισμός και η επικράτηση με κάθε μέσον είναι το κυρίαρχο στοιχείο. Οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί καλούνται να αφιερώνουν χρόνο και δουλειά για να φτιάξουν επιχειρήσεις και να μάθουν π.χ. για τα «επιχειρηματικά ρίσκα», για να συμπονέσουν τους αυριανούς εργοδότες τους, να γίνουν “ευέλικτοι”, “συμπονετικοί” , να βάζουν πλάτη στην αύξηση των κερδών της επιχείρησης , να μην αγωνίζονται , να μη διεκδικούν , αφού η επιχείρηση “συμπονά”, “βοηθά” , “συντρέχει” στη λειτουργία των σχολείων ή με χορηγίες ψίχουλα σε σε διάφορους τομείς της ζωής τους.
Οι περίφημες «χορηγίες» τους είναι σταγόνα στον ωκεανό, μπροστά στα τεράστια υπερκέρδη τους.
Η «χρηματοδότηση» των σχολείων από τους χορηγούς συμφέρει τις κυβερνήσεις, γιατί αποσύρονται από τις ευθύνες τους για δημόσια και δωρεάν παιδεία και ταυτόχρονα καλύπτονται όπως – όπως τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα των σχολείων. Ενώ έχει αξία να υπενθυμίσουμε ότι η κάλυψη των οικονομικών αναγκών της σχολικής μονάδας αποτελεί δείκτη αξιολόγησης του σχολείου και των εκπαιδευτικών.
Είναι καθήκον των εκπαιδευτικών, των γονιών και των μαθητών μαζί με όλο το λαό είναι να αντισταθούν και να υψώσουν αγωνιστικό τείχος απέναντι στην προσπάθεια παραπέρα εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης και παράλληλανα διεκδικήσουμε αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν παιδεία σε ένα ενιαία και δωδεκάχρονο σχολείο για όλα τα παιδιά, με χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό και χωρίς καμιά επιχειρηματική δράση στην εκπαίδευση.
Τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών δε χρειάζονται ελεημοσύνη. Χρειάζονται ολόπλευρη μόρφωση και γονείς με μόνιμη και σταθερή εργασία. Χρειάζονται ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.
Υπάρχει ανάγκη για ένα σχολείο που δε θα διαχωρίζει τους μαθητές, αλλά θα τους μορφώνει ολόπλευρα χωρίς διακρίσεις, από ένα σχολείο που θα θέτει τις βάσεις για τη διαμόρφωση ανθρώπων με ολόπλευρη και υψηλού επιπέδου μόρφωση, με πολύπλευρη και δημιουργική προσωπικότητα.Οι μαθητές έχουν ανάγκη από ένα σχολείο που προωθεί την κριτική σκέψη, τη δημιουργικότητα, την αφομοίωση της γνώσης για να μπορούν όλα αυτά να τα αξιοποιήσουν στη ζωή τους, όποιο επάγγελμα και αν ακολουθήσουν. Εχουν ανάγκη ένα σχολείο που να διαπαιδαγωγεί στην πράξη με την αλληλεγγύη, τη συλλογικότητα, τη συνεργασία.
Νίκος Διαλιάτσης, εκπαιδευτικός
Μέλος της ΚΟΒ Άργους – Aργολίδας του ΚΚΕ