της Φωτεινής Λαμπρίδη (tvxs.gr)
Κι έτσι, Γίναμε οι στάχτες κάποιου θεού που αυτοκτόνησε/ Γιατί δεν άντεξε να ζει μέσα στην ομορφιά μας / Σ’ αυτόν τον ελάχιστο πληθυντικό αριθμό / Που μας απομένει λοιπόν / Ας πιούμε σπιτική βότκα / Ας ρίξουμε αλατόνερο στα τραύματά μας / Διατηρώντας ελπίδες θεραπείας του ρομαντισμού μας.
Γνώρισα τον στιχουργό Γιώργο Αθανασόπουλο από τα τραγούδια του Σωκράτη Μάλαμα. Κοντοστάθηκα στο «Τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ η μοναξιά μου/ μοιάζει γυναίκα κουρασμένη απ’ το δρόμο» μετά στο «Όλα μας τα’ παν οι σοφοί και με το παραπάνω/ Κορόνα γράμματα η ζωή μα εγώ το κέρμα χάνω». Ποιητική γραφή και ταυτόχρονα στακάτη, συνδυασμός άριστος για μαγιά σε σύγχρονο λαϊκό τραγούδι.
Ο Αθανασόπουλος γράφει, από ανάγκη. Δεν τρέχει πίσω από τραγουδιστές και συνθέτες για να κάνει καριέρα, ανασαίνει δημιουργικά στο χαρτί του, πίσω από πλατό ως DJ, στην ιερή εμμονή του συλλέκτη βινυλίων. Το καλοκαίρι τον τράκαρα στην Αστυπάλαια να διαλέγει μουσικές για τους θαμώνες ενός μπαρ κάτι ανεμοδαρμένες βραδιές του Ιουλίου κάτω από το κάστρο και πριν λίγες μέρες πήρα στα χέρια μου το πόνημά του War cigarettes (Eκδόσεις Πάτμος).
Στις σελίδες του συνδέει την ελεύθερη ποιητική του διάθεση με στιχουργήματα έτοιμα να βγουν στην πιάτσα του τραγουδιού. Κι αν δεν βγουν όμως τι μ’ αυτό; Ο στιχουργικός του λόγος έχει μια αυτοτέλεια.
Ποθώ το βλέμμα σου την ώρα που χαράζει
Βάλε να πιούμε το παλιό σου το αψέντι
Δεν έχει δούλους η αγάπη ούτε αφέντη
Σημάδια μόνο στο χορό της θα χαράζει
Η γραφή του Αθανασόπουλου έχει κάτι από το ημίφως των καταραμένων ποιητών, μισές αλήθειες, άρρωστες βροχές, αγάπες μυστικές , ανοιχτές πληγές , ωστόσο τα όνειρα μένουν πάντοτε ξεκλείδωτα στον παρονομαστή την ώρα που κλείνει το μάτι σε ιερές συνωμοσίες. Ο τίτλος της συλλογής επιπλέον προϊδεάζει τον αναγνώστη ως προς το πάθος των στιγμών που αποτυπώνει. Στιγμές – φωτιές, αισθήματα σχεδόν μπαρουτοκαπνισμένα από εσωτερικές ή εξωτερικές εκρήξεις.
Τραυματίζουμε παρέα έναν αόριστο χρόνο
θυμόμαστε ένα ένα τα ονόματα των ναυτών της Κροστάνδης
(τα δικά μας δεν τα γνωρίζει κανείς,
μας αποκαλούν απλώς μαέστρους)
Στο War Cigarettes δεν νιώθει την ανάγκη να ακολουθήσει ένα ύφος. Μάλλον περισσότερο ξεδιπλώνει τις ετερόκλιτες δημιουργικές διαθέσεις του , από τον ελεύθερο, χειμαρρώδη ποιητικό λόγο στη φόρμα του στιχουργήματος κι από κει σε σκόρπια δίστιχα συγγενικά των χαϊκού όπως αυτό που κλείνει την πόρτα της έκδοσης.
Τυχερός άνθρωπος
υπέκυψε στα θαύματά του.
Το ερώτημα είναι αν ο Γιώργος Αθανασόπουλος συγκέντρωσε απλά τα ανέκδοτά του σε μια έκδοση ή αν το War Cigarettes είναι προάγγελος ενός νέου προσανατολισμού του προς την ποίηση.
Μένει να δούμε αν θα ακολουθήσει επόμενη έκδοση.